Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Διάσωση εν μέση οδώ

Καθώς ανέβαινα απ’ τη δεξιά μεριά
την Πανεπιστημίου στο ύψος του Μετοχικού Ταμείου
είδα ξαπλωμένο ένα ποίημα
φαρδύ-πλατύ στο πεζοδρόμιο
ανάμεσα στα πόδια των περαστικών
μες τον άτακτο βηματισμό του πλήθους

Οι περισσότεροι δεν το έβλεπαν κάν
κι εκεί που σχεδόν θα το πατούσαν
μ’ ένα τελείως περίεργο τρόπο
τελευταία στιγμή λοξοδρομούσαν

Μερικοί έπεσαν απάνω του
και γύρισαν και του τα έσουραν νευριασμένοι
και κάνα δυό το έσπρωξαν
με τη μύτη του παπουτσιού, στην άκρη

Έσκυψα και το βοήθησα να σηκωθεί
περάσαμε λοξά μέσα στον κόσμο
και το ‘βαλα να κάτσει σ’ ένα πεζούλι μαγαζιού
έσερνε μαζί του και μιά συφοριασμένη πατερίτσα

-Τι κάνεις εδώ? του είπα. Δεν μπορείς
να είσαι έτσι ξαπλωμένο!
-Είμαι χρόνια εδώ, είπε. Έπεσα
εκείνη τη ματωμένη Τρίτη!

-Και? είπα.
-Τι και? έκανε. Οι καλύτερες ώρες εδώ
είναι το απόγεμα όταν ο τελευταίος ήλιος
κατρακυλάει στα τζάμια εκείνων των γραφείων.
Τότε όλα γίνονται χρυσάφι!

-Ναι, αλλά δεν πρέπει…
-Καμμιά φορά, με το ξημέρωμα, περνάνε μπάντες από δω
…και καμμιά φορά τ’ ασθενοφόρα, τότε γώ…
κι έκανε παύση
-Τότε συ, τι?
-Τότε να, προσπαθώ να απαλύνω λίγο το φόβο του αρρώστου

Σηκώθηκε με δυσκολία, σουλουπώθηκε καμπόσο
στράφηκε προς την Ομόνοια και γέρνοντας
πάνω στο στραβωμένο δεκανίκι
άρχισε με κόπο να βαδίζει

Εκείνη τη στιγμή υψώθηκε κάτι σαν στάθμη πόνου
που ερχότανε από κάτω, απ’ την Ομόνοια
κάτι που δεν γύρευε τον οίκτο παρά μόνο τη συμπόνια
βοηθώντας το – μου φάνηκε – πιο λίγο να κουτσαίνει

Κι όπως έσερνε το φανταστικό τρίτο του ποδάρι
έστριψε κάπως προς τα μένα…
Τούτη η πόλη, είπε… δεν έζησε ακόμα!

Αδύναμος είναι ο άνθρωπος, του αντέτεινα εγώ μ’ απελπισιά
και τότε αυτός χαμένος μέσα στα αυτοκίνητα
τίναξε το κεφάλι, πετώντας μου ένα τσαντισμένο:
Και σάματις ξέρουμε τι είναι ο άνθρωπος?

Και σα να ακούστηκε να μονολογεί:                                                                                                                                                                                                                  
Άπειρο, το Άπειρο είναι ο άνθρωπος
ανάμεσο ουρανού και γης.

                                        Β.Η

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

Μικρό θαύμα στο δάσος

   



 Βγήκα να περπατήσω  στο πευκόδασος την ώρα που σουρούπωνε ενώ ερχότανε η άνοιξη. Σήκωσα τα μάτια από το μονοπάτι κι αντίκρισα τον Υμηττό, μέσα σε ένα βαθύ χρώμα και καθαρές γραμμές, ενώ το φεγγάρι ανέβαινε στον ουρανό. Μια εορταστική σιωπηλή πανσέληνος. Μια ομορφιά που σχεδόν τρόμαζε.
    Ένα ελαφρύ σύννεφο πέρασε μπροστά της σαν ατμός. Έτσι περνάει και χάνεται μια απειλή, μια υπόσχεση, μια φευγαλέα σκέψη. Μέσα στο χλοερό τόπο μια γάτα μαύρη κι όμορφη, με ανοιχτοπράσινα μάτια, κουλουριασμένη με παρακολουθούσε προτού καν την αντιληφθώ.
     Άνθρωπος και ζώο κοιτάχτηκαν για μια στιγμή. Ένα ακόμα βήμα δικό μου και  έφυγε γρήγορα μέσα απ’ τα γρασίδια. Πόσες φορές κάτι παρόμοιο έχει ξανασυμβεί, πίσω και πιο πίσω ως το απώτατο παρελθόν! Οι πρόγονοι ήρθαν και στάθηκαν πλάι μου. Το θαύμα του κόσμου μέσα σε μια στιγμή!  Ή και μια στιγμή από το θαύμα του κόσμου που στέκει διαρκώς δίπλα μας ικετεύοντας την προσοχή μας. Και ίσως κάτι πιο βαθύ ακόμα και ανεξιχνίαστο. Το μυστήριο του κόσμου! Και πώς το προσπερνάμε αγνοώντας το, με το κεφάλι τυλιγμένο σε  ένα σύννεφο σκέψεων που είναι σαν επίδεσμος από αέριο υλικό! Και τι αξία μπορούν να έχουν οι περισσότερες απ’ αυτές τις σκέψεις?
     Η ζωή στη πρωταρχική της μορφή. Οδηγός και πυξίδα. Τι κρίμα που συνεχώς την χάνουμε και τυχαία μόνο κάποιες φορές την ξαναβρίσκουμε! Αλλά πάλι πρέπει να ξεχνάς για να ζήσεις.


                                                 B.H
                                                                                                     Δύο χρόνια πριν